Αναιμία στην κύηση
ΑΝΑΙΜΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ
Δεν υπάρχει γενικά αποδεκτός ορισμός για την αναιμία, αν και το όριο των 10 gr Hb /100 ml χρησιμοποιείται περισσότερο. Λόγω της αιμοαραίωσης, που παρατηρείται στην κύηση, η αιμοσφαιρίνη και όχι ο αιματοκρίτης θεωρείται ο πλέον αξιόπιστος δείκτης.
Η αναιμία είναι μία συνήθης κατάσταση στην κύηση και συνήθως δεν δημιουργεί προβλήματα, εκτός εάν επιδεινωθεί λόγω αιμορραγίας κατά την διάρκεια της κύησης ή μετά τον τοκετό. Το έμβρυο παραδόξως δεν επηρεάζεται ιδιαίτερα από την αναιμία της μητέρας, εκτός εάν αυτή οφείλεται σε ορισμένες αιτίες όπως π.χ. σε πρόωρη αποκόλληση του πλακούντα.
Η αναιμία που συνήθως παρατηρείται στην κύηση φαίνεται να οφείλεται σε διαταραχή της ισορροπίας ανάμεσα στις αυξημένες ανάγκες της εγκύου, λόγω της κύησης, και στην λήψη των απαραιτήτων ουσιών για την ερυθροποίηση.
Δρεπανοκυτταρική αναιμία
Αυτή χαρακτηρίζεται από την παρουσία της παθολογικής αιμοσφαιρίνης S. Η ομόλογη μορφή της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας (HbSS) εκδηλώνεται ως χρόνια αναιμία, με περιοδική εμφάνιση επώδυνων κρίσεων λόγω εμφράκτων που δημιουργούνται στα διάφορα όργανα, κυρίως στα οστά. Οι κρίσεις αυτές παρουσιάζονται συχνότερα, όταν υπάρχει λοίμωξη ή αφυδάτωση. Κατά την διάρκεια της κύησης οι αιμολυτικές κρίσεις και η δημιουργία εμφράκτων στον πλακούντα μπορεί να είναι αιτία αποβολών, ενδομήτριων θανάτων ή προώρων τοκετών. Η σωστή διατροφή, η αποφυγή λοιμώξεων και οι συχνές μεταγγίσεις, καθώς και η συστηματική χορήγηση φυλλικού οξέος συμβάλλουν στην αποφυγή των κρίσεων κατά την διάρκεια της κύησης. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται κατά τον τοκετό. Επιβάλλεται ενυδάτωση της επιτόκου, συχνή χορήγηση πεθιδίνης για αναλγησία ή επισκληρίδια αναλγησία και προφυλακτική χορήγηση αντιβίωσης.
Η ετερόζυγη μορφή της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας δεν προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα στην κύηση, εκτός από αυξημένη συχνότητα ουρολοιμώξεων. Η παρουσία της ετερόζυγης μορφής παρουσιάζει ενδιαφέρον από προγεννητική άποψη. Απαραίτητος είναι ο έλεγχος του συντρόφου προκειμένου να γίνει DNA ανάλυση εμβρυϊκών κυττάρων για έλεγχο του εμβρύου.
Η μικροδρεπανοκυτταρική αναιμία χαρακτηρίζεται από την παρουσία γονιδίου, προερχόμενο από τον ένα γονέα, υπευθύνου για σύνθεση αιμοσφαιρίνης S και του αλληλόμορφου γονιδίου για την β-θαλασσαιμία από τον άλλο γονέα. Κατά την διάρκεια της κύησης δυνατόν να παρουσιασθούν επώδυνες αιμολυτικές κρίσεις. Η αντιμετώπιση τους είναι ανάλογη με εκείνη της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας.
Θαλασσαιμίες
Αποτελούν τα πλέον συνήθη κληρονομικά νοσήματα του αίματος και χαρακτηρίζονται από ελάττωση του ρυθμού παραγωγής μιας ή περισσοτέρων σφαιρινών της αιμοσφαιρίνης. Η συχνότητα της νόσου είναι αρκετά συχνή στις μεσογειακές χώρες. Ευτυχώς, ο προγεννητικός έλεγχος, που εφαρμόζεται πλέον και στην χώρα μας, έχει ελαττώσει σημαντικά την επίπτωση της νόσου.
Ανάλογα με την διαταραχή που παρατηρείται στην σύνθεση των αλύσεων της αιμοσφαιρίνης διακρίνονται δυο ομάδες αιματολογικών συνδρόμων, η α- και η β-θαλασσαιμία.
Η α-θαλασσαιμία χαρακτηρίζεται από αδυναμία σύνθεσης των α-αλύσεων της αιμοσφαιρίνης. Κατά την διάρκεια της κύησης μπορεί να εμφανισθεί βαριά αναιμία, ορισμένες δε φορές τα έμβρυα είναι αναιμικά και παρουσιάζουν ύδρωπα. Η εμφάνιση σοβαρής προεκλαμψίας είναι αρκετά συχνή.
Η β-θαλασσαιμία χαρακτηρίζεται από αδυναμία σύνθεσης των β-αλύσεων της αιμοσφαιρίνης. Στην ετερόζυγη μορφή της είναι ασυμπτωματική. Στην ομόζυγη μορφή της υπάρχει σταθερή βαριά αναιμία. Κατά την κύηση η αναιμία επιδεινώνεται και απαιτούνται μεταγγίσεις.
Μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον Δρ. Θάνο Παράσχο στα τηλέφωνα +(30) 210 6774104 και +(30) 697 3000432 ή συμπληρώνοντας την φόρμα επικοινωνίας μας.