Η λοχεία | emBIO Κέντρο Γονιμότητας

Η λοχεία

Η περίοδος της λοχείας ξεκινά μετά την λήξη του τρίτου σταδίου του τοκετού και τελειώνει όταν τα όργανα αναπαραγωγής επανέλθουν στην προ της εγκυμοσύνης κατάσταση. Η διαδικασία αυτή διαρκεί περίπου έξι βδομάδες. Η λεχώνα παραμένει στο μαιευτήριο εφόσον δεν δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα σε αυτή και το νεογέννητο για 4 περίπου 24ωρα.

Η μήτρα:

Όταν βγείτε από την αίθουσα του τοκετού, το επάνω μέρος της μήτρας θα βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ή πιο κάτω από τον ομφαλό. Για να επανέλθει στις φυσιολογικές της διαστάσεις χρειάζονται 5-6 εβδομάδες. Καθημερινά σε όλη τη διάρκεια της παραμονής σας στο μαιευτήριο θα ελέγχεται το ύψος του πυθμένα της μήτρας (παλινδρόμηση από το γιατρό ή τη μαία).

Ο κόλπος:

Ο κόλπος μετά τον τοκετό βρίσκεται σε χαλαρή μορφή. Σπάνια ξαναπαίρνει το προηγούμενο σχήμα ακόμα και όταν επουλωθεί τελείως η τομή που έκανε ο γυναικολόγος στο περίνεο κατά την γέννα.

Τα λόχεια:

Είναι υγρά που ρέουν από την μήτρα μέσω του κόλπου μετά τον τοκετό. Όταν ο πλακούντας αποχωρίζεται από το τοίχωμα της μήτρας και αποβάλλεται, αφήνει πίσω του ανοικτά κάποια αιμοφόρα αγγεία, τα οποία κλείνουν από μόνα τους. Η περιοχή αυτή μοιάζει με ανοικτό τραύμα από το οποίο ρέει καθημερινά μια συγκεκριμένη ποσότητα αίματος. Στην αρχή το αίμα αυτό έχει ανοικτό κόκκινο χρώμα. Μέσα σε μερικές ημέρες το χρώμα αρχίζει να σκουραίνει και μοιάζει με πηκτό υγρό. Από την 10η ημέρα της λοχείας τα υγρά αρχίζουν να μειώνονται σε ποσότητα και έχουν κιτρινωπό χρώμα. Εάν το αίμα εξακολουθεί να ρέει και αυξάνει σε ποσότητα, ή αντιληφθείτε πως υπάρχει έντονη δυσοσμία, τότε πρέπει να μας ενημερώσετε γιατί είναι σύμπτωμα κάποιου προβλήματος.

Υστερόπονοι:

Μετά τον τοκετό οι μύες της μήτρας χάνουν την ελαστικότητα τους με αποτέλεσμα να πονάνε όταν αρχίζει να συστέλλεται. Οι πόνοι αυτοί θυμίζουν κάπως τους πόνους της περιόδου και ονομάζονται υστερόπονοι και σπάνια επιμένουν μετά την τρίτη ή τέταρτη μέρα. Συχνά οι πόνοι αυτοί είναι έντονοι κατά τον θηλασμό.

Τα τοιχώματα της κοιλιακής χώρας:

Είναι απόλυτα φυσιολογικό να έχουν χαλαρώσει κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης. Γι' αυτό η γυμναστική της λοχείας αρχίζει την επόμενη μέρα από τον τοκετό (εκτός εάν η γυναίκα έχει κάνει καισαρικη τομη). Οι ασκήσεις το διάστημα αυτό είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Βοηθούν τους μύες των κοιλιακών τοιχωμάτων να επανακτήσουν την ελαστικότητά τους και να επανέλθουν στην προ της εγκυμοσύνης κατάσταση. Το μόνο που δεν επανέρχεται πλήρως είναι οι ραβδώσεις στο δέρμα που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Αλλαγές στο στήθος:

Τις τρεις πρώτες μέρες μετά τον τοκετό, από το στήθος της λεχώνας αρχίζει να ρέει το πρωτόγαλα. Μεταξύ τρίτου και τετάρτου 24ώρου η λεχώνα αρχίζει σιγά - σιγά να αισθάνεται το στήθος της βαρύ και γεμάτο. Αυτό σημαίνει ότι έρχεται το μεταβατικό γάλα το οποίο είναι περισσότερο σε ποσότητα. Το ώριμα γάλα έρχεται περίπου το έβδομο με δέκατο 24ωρο.

Η εντερική χώρα:

Οι περισσότερες λεχώνες συνήθως έχουν έντονο το αίσθημα της δίψας ή γιατί τους έχουν χορηγηθεί κάποια φάρμακα κατά τον τοκετό ή λόγω του αναισθητικού ή γιατί έχουν χάσει πολλά υγρά με τον ιδρώτα, τα ούρα και τα λόχεια. Επίσης είναι πολύ λογικό να γίνουν δυσκοίλιες γιατί οι μύες της κοιλιακής χώρας έχουν χάσει τον μυϊκό τους τόνο και έτσι δεν ασκούνται οι βοηθητικές δυνάμεις που παίζουν θετικό ρόλο στην αφόδευση. Αυτό όμως ρυθμίζεται μέσα σε λίγες μέρες.

Θερμοκρασία:

Η θερμοκρασία μετά τον τοκετό είναι λίγο αυξημένη. Αυτό είναι φυσιολογικό. Όταν θα βρίσκεστε στο μαιευτήριο θα σας παίρνουν συχνά την θερμοκρασία γιατί ο υψηλός πυρετός μπορεί να είναι δείγμα αντίδρασης του οργανισμού σε κάποια λοίμωξη.

Απώλεια βάρους:

Οι γυναίκες χάνουν μετά τον τοκετό περίπου 5-7 κιλά (το βάρος αυτό αντιστοιχεί στο βάρος του βρέφους, στο ενάμνιο υγρό και στον πλακούντα). Πολλές γυναίκες ξαναπαίρνουν τα κιλά που έχασαν μέσα σε μερικές βδομάδες, εκτός και αν καταφέρουν να ελέγξουν την όρεξη τους, κάνουν συχνά γυμναστικές ασκήσεις και θηλάζουν καθότι ο θηλασμός αποτελεί σημαντική πηγή κατανάλωσης θερμίδων.

Αποκατάσταση της εμμήνου ρύσεως:

Η έμμηνος ρύση στις γυναίκες που δεν θηλάζουν τα μωρά τους επανέρχεται κανονικά μετά από έξι με οκτώ εβδομάδες. Αντίθετα, οι γυναίκες που θηλάζουν τα μωρά τους έχουν περίοδο μετά από τέσσερις με πέντε μήνες. Η πρώτη περίοδος έχει συνήθως μεγάλη ποσότητα αίματος και διαρκεί περισσότερο. Ίσως και να υπάρξει ωορρηξία κατά την περίοδο του θηλασμού και ναι μεν η γονιμότητα την γυναίκας δεν είναι μεγάλη, όμως υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να μείνει ξανά έγκυος. Η επανεμφάνιση της εμμήνου ρύσεως δεν επηρεάζει το γάλα της μητέρας και μπορεί να συνεχίσει τον θηλασμό χωρίς κανένα πρόβλημα.

Η συναισθηματική ευαισθησία λόγω μητρότητας:

Πρόκειται για συναισθηματική αντίδραση που εμφανίζεται μεταξύ της τρίτης και τέταρτης μέρας μετά τον τοκετό. Η λεχώνα μπορεί να κλαιει χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Κατά την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και τις ημέρες μετά τον τοκετό, έχει γίνει το επίκεντρο της προσοχής τόσο της οικογένειας όσο και του φιλικού της κύκλου. Παράλληλα της έχουν προστεθεί νέες ευθύνες, πρέπει να φροντίζει τον εαυτό της και το μωρό όλα αυτά είναι αρκετά για να την φορτίσουν συναισθηματικά. Αυτή η συναισθηματική φόρτιση δεν κρατά πολύ και δεν έχει μεγάλη σημασία. Βέβαια, εάν αισθανθείτε μία ανάλογη κατάσταση καλό είναι να αφήσετε τον εαυτό σας ελεύθερο να κλάψει. Αυτό θα σας ανακουφίσει και θα σας κάνει να νιώσετε καλύτερα.

Λοχεία είναι το χρονικό διάστημα των έξι εβδομάδων από την συμπλήρωση του τρίτου σταδίου του τοκετού. Στο διάστημα αυτό παρατηρείται βαθμιαία υποχώρηση των μεταβολών της φυσιολογίας και της μορφολογίας των διαφόρων οργάνων, οι οποίες συνέβησαν κατά την κύηση και ο οργανισμός της γυναίκας στο τέλος επανέρχεται στην κατάσταση που ευρίσκετο πριν από την κύηση. Στο χρονικό αυτό διάστημα γίνεται ακόμη η έναρξη και η εγκατάσταση της γαλουχίας.

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ

Οι ενδοκρινολογικές μεταβολές, που είχαν συμβεί κατά την διάρκεια της κύησης, ταχέως υποχωρούν. Μέσα σε λίγες ώρες από την έξοδο του πλακούντα, τα επίπεδα του πλακουντιακού γαλακτογόνου και της χοριακής Συνθετικής Ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης μειώνονται σημαντικά και οι δύο ορμόνες παύουν να ανιχνεύονται στον ορό μέσα σε δύο και δέκα ημέρες αντίστοιχα. Τα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης παρουσιάζουν σημαντική πτώση μέσα στις τρεις πρώτες ημέρες και φθάνουν στα επίπεδα τα προ της κύησης μέσα σε μία εβδομάδα. Τέλος, η προλακτίνη επανέρχεται στα φυσιολογικά επίπεδα μέσα σε λίγες ημέρες. Σε γυναίκες που θηλάζουν παρατηρείται αύξηση των επιπέδων της προλακτίνης κατά την ώρα του θηλασμού.

Το καρδιαγγειακό σύστημα επανέρχεται στην προηγούμενη κατάσταση σε δύο περίπου εβδομάδες. Ο όγκος πλάσματος και η καρδιακή παροχή επανέρχονται στα φυσιολογικά επίπεδα σε μία περίπου εβδομάδα. Παρατηρείται απώλεια 2 lt υγρών την πρώτη εβδομάδα και 1,5 lt τις επόμενες πέντε εβδομάδες με αποτέλεσμα την αύξηση της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης και του αιματοκρίτη. Επίσης, παρατηρείται άνοδος του νατρίου του ορού καθώς και των διττανθρακικών και της ωσμωτικής πίεσης του πλάσματος. Τα αυξημένα επίπεδα των παραγόντων πήξης, που υπήρχαν κατά την διάρκεια της κύησης, εξακολουθούν να διατηρούνται τις πρώτες δέκα ημέρες μετά τον τοκετό, αλλά αντισταθμίζονται από την αύξηση της ινωδολυτικής δραστηριότητας.

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Η μήτρα εμφανίζει τις πλέον αξιοσημείωτες μεταβολές. Οι μυϊκές ίνες παρουσιάζουν υποστροφή ατροφία με αποτέλεσμα παλινδρόμηση της μήτρας. Το βάρος της μήτρας, το οποίο αμέσως μετά την υστεροτοκία είναι περίπου 1.000 gr, ελαττώνεται στα 500 gr στο τέλος της πρώτης εβδομάδας και 12 ημέρες μετά τον τοκετό η μήτρα δεν είναι πλέον ψηλαφητή κοιλιακά. Η παλινδρόμηση της μήτρας συνεχίζεται αλλά με βραδύτερο ρυθμό και έτσι στο τέλος της 6ης εβδομάδας η μήτρα είναι ελαφρώς μόνο μεγαλύτερη από ότι πριν από την κύηση .

Το ενδομήτριο αναγεννάται σε έξι περίπου εβδομάδες και εάν διακοπεί ο θηλασμός επέρχεται εμμηνορρυσία. Στις περιπτώσεις όπου ο θηλασμός συνεχίζεται, η εμφάνιση της εμμήνου ρύσεως μπορεί να καθυστερήσει για διάστημα μεγαλύτερο και των έξι μηνών.

Ο τράχηλος ανακτά τον τόνο του σε τρεις περίπου ημέρες, ενώ σε δύο εβδομάδες έχει σχεδόν την προ του τοκετού εμφάνιση. Το έξω τραχηλικό στόμιο, όμως, έχει πλέον χαρακτηριστική εικόνα, αποδεικτικό στοιχείο ότι μεσολάβησε τοκετός.

Ο κόλπος παραμένει οιδηματώδης για τρεις εβδομάδες περίπου και επανέρχεται σταδιακά στο φυσιολογικό μέγεθος σε έξι εβδομάδες.

Τα λόχια, όρος που χρησιμοποιείται για τις εκκρίσεις από την μήτρα μετά τον τοκετό, τις 3-4 πρώτες ημέρες συνίστανται από αίμα και υπολείμματα τροφοβλαστικού ιστού. Στην συνέχεια καθίστανται καφεοειδή-ερυθρωπά και μετά την 12η ημέρα, και αφού πλέον το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας της ενδομήτριας κοιλότητας έχει καλυφθεί από επιθήλιο, τα λόχια αποκτούν ένα κιτρινωπό-λευκωπό χρώμα. Η έκκριση των λοχίων μπορεί να συνεχίζεται για 4-6 εβδομάδες μετά από τον τοκετό. Η επίμονη εκκροή αιματηρών λοχίων είναι ένδειξη κατακράτησης πλακουντιακού ιστού και χρειάζεται διερεύνηση και αντιμετώπιση.

ΛΟΧΕΙΑ ΚΑΙ ΘΗΛΑΣΜΟΣ

Πλεονεκτήματα - Τεχνική

Το μητρικό γάλα θεωρείται ιδανική τροφή για το νεογνό. Περιέχει όλες τις θρεπτικές ουσίες που είναι απαραίτητες για τις ανάγκες του νεογνού αλλά και αντισώματα έναντι των λοιμώξεων. Ως εκ τούτου ο θηλασμός είναι η προτιμότερη και ασφαλέστερη μέθοδος διατροφής του νεογνού και θα πρέπει να ενθαρρύνεται η λεχωίδα για να θηλάσει το νεογνό της. Περισσότερο από το 95% των γυναικών μπορούν να θηλάσουν τα νεογνά τους, εφ’ όσον το επιθυμούν. Δυστυχώς, αν και οι περισσότερες γυναίκες επιλέγουν τον θηλασμό ως τρόπο διατροφής των νεογνών τους, στο τέλος της 6ης εβδομάδας λιγότερο από το 60% εξακολουθεί να θηλάζει. Κοινωνικοί ή συναισθηματικοί λόγοι, εργασιακές συνθήκες ή οργανικά αίτια (ανεστραμμένες θηλές, προηγηθείσα χειρουργική επέμβαση στους μαστούς, επώδυνες ραγάδες θηλών που δεν απαντούν σε θεραπεία, μαστίτιδα κλπ.) είναι οι κυριότερες αιτίες διακοπής του θηλασμού.

Από την πρώτη ημέρα δίνονται οδηγίες στην λεχωίδα για την σωστή τεχνική του θηλασμού. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία. Συχνά η αιτία πρόωρης διακοπής του θηλασμού είναι η κακή τεχνική. Οι μαστοί θα πρέπει να υποστηρίζονται με ειδικό στηθόδεσμο. Οι θηλές πρέπει να πλένονται τακτικά και να καθαρίζονται από το πύαρ. Ειδικές κρέμες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μαλακώσουν τις θηλές και να αποφευχθούν οι ραγάδες κατά τον θηλασμό. Η αναστροφή των θηλών μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στον θηλασμό και πρέπει να αντιμετωπισθεί κατά την διάρκεια της κύησης με την εφαρμογή ειδικών καλύπτρων, που ασκούν πίεση στους ιστούς γύρω από την θηλή.

Το βρέφος πρέπει να ενθαρρυνθεί να θηλάσει το συντομότερο δυνατό μετά τον τοκετό. Ο θηλασμός αρχικά θα πρέπει να περιορίζεται στα 2-3 min σε κάθε πλευρά και προοδευτικά να αυξάνει. Η μητέρα θα πρέπει να κάθεται άνετα, όλη η θηλή να τοποθετείται στο στόμα του νεογνού, ενώ μετά τον θηλασμό το νεογνό θα πρέπει να κρατείται σε όρθια θέση για την αναγωγή του αέρα που καταπόθηκε με την σίτιση. Γενικά, ο θηλασμός θα πρέπει να γίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε και να μην είναι αιτία πόνου για την μητέρα και το νεογνό να σιτίζεται επαρκώς και άνετα. Εφ' όσον ο θηλασμός γίνεται σωστά, σε ελάχιστα μόνον νεογνά χρειάζεται να χορηγηθούν επιπρόσθετα υγρά τις πρώτες ημέρες. Η σίτιση με το μπιμπερό θα πρέπει να αποφεύγεται, διότι μπορεί να σταματήσει την διαδικασία μάθησης της απομύζησης από το νεογνό.

Από την 3η-4η ημέρα μετά τον τοκετό επέρχεται η πλήρης ροή γάλακτος που μπορεί να συνοδεύεται από επώδυνη αγγειακή συμφορητική διόγκωση των μαστών.

Αναστολή της γαλουχίας

Ορισμένες γυναίκες για λόγους προσωπικούς ή ιατρικούς αποφεύγουν να θηλάσουν τα νεογνά τους ή διακόπτουν πολύ νωρίς τον θηλασμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να γίνεται καταστολή της γαλουχίας. Η γαλουχία ελαττώνεται και τελικά διακόπτεται, εάν το νεογνό σταματήσει να θηλάζει. Στην αρχή οι μαστοί γίνονται συμφορητικοί αλλά με την υποστήριξη καταλλήλου στηθόδεσμου η συμφόρηση υποχωρεί σε λίγες ημέρες και η παραγωγή γάλακτος σταματά. Οι παραδοσιακοί τρόποι αναστολής είναι η πιεστική επίδεση των μαστών, ο περιορισμός στην λήψη υγρών και η αποφυγή έκθλιψης γάλακτος. Φαρμακευτικά, για την αναστολή της γαλουχίας ή την διακοπή της ήδη εγκατεστημένης μπορεί να χορηγηθούν ντοπαμινεργικές ουσίες για αναστολή της έκκρισης της προλακτίνης (βρωμοκρυπτίνη, λυσουρίδη, κιναγολίδη, καβεργολίνη).

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΤΗΣ ΛΟΧΕΙΑΣ

Κατά την διάρκεια της λοχείας κύρια προβλήματα και επιπλοκές που μπορούν να εμφανισθούν είναι:

  1. Αιμορραγία μετά τον τοκετό
  2. Επιλόχεια λοίμωξη
  3. Θρομβοεμβολική νόσος
  4. Ψυχολογικές αλλαγές και ψυχωτικές διαταραχές

Αιμορραγία μετά τον τοκετό

Ως αιμορραγία μετά τον τοκετό χαρακτηρίζεται η απώλεια αίματος σε ποσότητα μεγαλύτερη από 600 ml κατά τις πρώτες 24 ώρες. Στο 80% περίπου των περιπτώσεων η αιμορραγία οφείλεται σε αδυναμία σύσπασης της μήτρας (ατονία μήτρας) ή παραμονή υπολειμμάτων πλακουντιακού ιστού στην μητριαία κοιλότητα, ενώ στο 20% σε ρήξη σε κάποιο σημείο του γεννητικού σωλήνα, συνήθως στον κόλπο ή στον τράχηλο και σπανιότερα στην μήτρα. Σε ελάχιστες περιπτώσεις η αιμορραγία μπορεί να οφείλεται σε διαταραχές της πηκτικότητας του αίματος, όπως σε περιπτώσεις πρόωρης αποκόλλησης του πλακούντα. Πολυδυμία, πολυτοκία, παρατεταμένος τοκετός, υδράμνιο, παρουσία ινομυωμάτων, σικυουλκία, εμβρυουλκία ή κακή τεχνική χειρισμού Kristeller είναι καταστάσεις που συνδέονται με αιμορραγία μετά τον τοκετό.

Η αιμορραγία μετά τον τοκετό είναι σοβαρή κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει και στον θάνατο της μητέρας. Σε κάθε περίπτωση αιμορραγίας απαιτείται άμεσος κλινικός και εργαστηριακός έλεγχος της μητέρας, ενώ πρέπει να υπάρχει δυνατότητα για άμεση χειρουργική επέμβαση. Γίνεται επισκόπηση των έξω γεννητικών οργάνων, του κόλπου, του τραχήλου καθώς και δακτυλική εξέταση (δακτυλική επισκόπηση) της μητριαίας κοιλότητας σε υποψία κατακράτησης πλακουντιακού ιστού. Στην σύσπαση της μήτρας βοηθούν οι μαλάξεις και η χορήγηση οξυτοκίνης, μεθερζίνης ή προσταγλανδινών.

Σε περίπτωση που η αιμορραγία επιμένει ή υπάρχει υποψία ρήξης της μήτρας, τότε επιβάλλεται άμεση χειρουργική επέμβαση. Αν η συντηρητική χειρουργική προσέγγιση με απολίνωση των έσω λαγονίων αρτηριών δεν είναι αποτελεσματική, κρίνεται επιτακτική η εκτέλεση μαιευτικής υστερεκτομίας.

Επιλόχεια λοίμωξη

Ως επιλόχεια λοίμωξη ορίζεται η άνοδος της θερμοκρασίας σε επίπεδα 38°C ή και υψηλότερα για διάστημα τουλάχιστον 24 ωρών κατά την χρονική περίοδο από το τέλος της 1ης ημέρας έως τη 10η ημέρα μετά τον τοκετό. Η συχνότητα της επιλόχειας λοίμωξης κυμαίνεται από 1% έως 3% στο σύνολο των τοκετών και αποβολών. Κάθε αύξηση της θερμοκρασίας κατά την λοχεία πρέπει να αποδίδεται σε λοίμωξη μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου. Η λοίμωξη μπορεί να είναι στον γεννητικό σωλήνα ή σε άλλα όργανα, αν και ο όρος επιλόχεια λοίμωξη συνήθως χρησιμοποιείται για την λοίμωξη του γεννητικού σωλήνα.

Λοίμωξη τον γεννητικού σωλήνα

Ο γεννητικός σωλήνας είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στις λοιμώξεις. Η συνηθέστερη εστία λοίμωξης είναι η ενδομήτρια κοιλότητα. Είναι αρκετά συχνή, όταν υπάρχει παράταση τοκετού, πρόωρη ρήξη των εμβρυϊκών υμένων καθώς και σε περιπτώσεις που δεν ακολουθούνται οι κανόνες αντισηψίας.

Η μήτρα είναι επώδυνη κατά την ψηλάφηση και δεν έχει παλινδρομήσει ικανοποιητικά, ενώ τα λόχια είναι συνήθως δύσοσμα και πυώδη. Κατακράτηση προϊόντων κύησης συντελεί στην λοίμωξη και συνοδεύεται από έντονη και επίμονη εκκροή αιμορραγικών λοχίων. Σε κάθε γυναίκα με πυρετό στην λοχεία είναι αναγκαία η λήψη τραχηλικού και κολπικού εκκρίματος για καλλιέργεια. Οι οργανισμοί που συνήθως ταυτοποιούνται είναι οι αναερόβιοι στρεπτόκοκκοι (65%-85%), το κολοβακτηρίδιο (5%-15%), ο σταφυλόκοκκος (5%-15%), αναερόβιοι Gram αρνητικοί βάκιλοι (5%), ο αιμολυτικός στρεπτόκοκκος (3%) και σπανιότερα το μυκόπλασμα. Με βάση το αντιβιόγραμμα χορηγείται το κατάλληλο αντιβιοτικό.

Η επιλόχεια λοίμωξη, αν και ασυνήθης σήμερα, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, διότι μπορεί να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στην υγεία της γυναίκας.

Λοίμωξη τον ουροποιητικού συστήματος

Η γυναίκα μετά τον τοκετό είναι επιρρεπής σε λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος. Αυτό οφείλεται σε κακώσεις της κύστης, σε ατελή κένωση της λόγω του άλγους που υπάρχει στο περίνεο και σε είσοδο βακτηριδίων κατά τον καθετηριασμό της κύστης. Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού μπορεί να είναι ασυμπτωματικές, αλλά επέκταση της λοίμωξης ανιόντως μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση οξείας πυελονεφρίτιδας με οξύ αμφοτερόπλευρο άλγος στις νεφρικές χώρες, συχνουρία, δυσουρία και άλγος στο υπογάστριο μετά από κάθε ούρηση.

Η καλλιέργεια των ούρων είναι απαραίτητη για ταυτοποίηση του παθογόνου μικροοργανισμού και έλεγχο της ευαισθησίας του στα αντιβιοτικά.

Μαστίτιδα

Είναι η φλεγμονή του παρεγχύματος των μαστών και συνήθως παρατηρείται την 2η εβδομάδα μετά τον τοκετό. Κύριο αίτιο είναι ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος. Εκδηλώνεται με άνοδο της θερμοκρασίας και μασταλγία. Η λοίμωξη επεκτείνεται μέσω των ραγάδων της θηλής και συχνά έχει ως πρωτοπαθή εστία το δέρμα, τον ρινοφάρυγγα της μητέρας ή τον ρινοφάρυγγα του νεογνού.

Αντιμετωπίζεται με εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων στους μαστούς και αντιβίωση.Σε περίπτωση δημιουργίας αποστήματος ο μαστός γίνεται εξέρυθρος και το δέρμα οιδηματώδες. Η χορήγηση αντιβιοτικών θεωρείται απαραίτητη για την αντιμετώπιση της φλεγμονής. Στα δημιουργηθέντα αποστήματα συνιστάται χειρουργική διάνοιξη.

Εάν η μητέρα θηλάζει, πρέπει να διακοπεί ο θηλασμός από τον προσβληθέντα μαστό και συνιστάται απογαλακτισμός, εκτός εάν υπάρχει έντονη επιθυμία της μητέρας για συνέχιση του θηλασμού.

Φλεγμονή τον περινέου - Φλεγμονή χειρουργικών τομών

Φλεγμονή μπορεί να εμφανισθεί στο τραύμα της περινεοτομής ή της ρήξης του περινέου, εάν υπάρχει. Το περίνεο σε αυτήν την περίπτωση είναι ευαίσθητο, εξέρυθρο, ενώ συχνά συνυπάρχει πυώδης έκκριση. Πρέπει να γίνεται λήψη επιχρίσματος για καλλιέργεια και ταυτοποίηση του παθογόνου μικροοργανισμού και άμεση χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής.

Φλεγμονή, επίσης, μπορεί να εμφανισθεί στην χειρουργική τομή του δέρματος ή στην ενδομήτρια ή και στην περιτοναϊκή κοιλότητα σε περίπτωση καισαρικής τομής.

Θρομβοεμβολική νόσος Θρομβοφλεβίτιδα

Είναι η συχνότερη μορφή της θρομβοεμβολικής νόσου. Εμφανίζεται συνήθως τις πρώτες 3-4 ημέρες μετά τον τοκετό με συχνότητα μικρότερη του \%ο. Επιρρεπείς στην επιπλοκή αυτή είναι οι υπέρβαρες λεχωίδες, οι γυναίκες άνω των 35 ετών και αυτές που γέννησαν με καισαρική τομή. Στις επιπολής φλέβες των κάτω άκρων παρατηρείται τοπική φλεγμονή, ευαισθησία και διάταση, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκληθούν εμβολικά επεισόδια. Η θεραπευτική αντιμετώπιση συνίσταται σε χορήγηση χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρινών, αντιβιοτικών και αντιφλεγμονωδών.

Φλεβοθρόμβωση

Η εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση είναι η πιο σοβαρή επιπλοκή της λοχείας. Εκδηλώνεται συνήθως 7-10 ημέρες μετά τον τοκετό. Συμβαίνει συχνότερα μετά από μαιευτική επέμβαση, παρατεταμένο κλινοστατισμό ή εργώδη τοκετό. Επιρρεπείς για φλεβοθρόμβωση τόσο κατά την διάρκεια της κύησης όσο και κατά την λοχεία είναι οι γυναίκες που πάσχουν από κληρονομική ανεπάρκεια των φυσικών αναστολέων της πήξης, όπως της αντιθρομβίνης III, της πρωτεΐνης S, της πρωτεΐνης C ή μετάλλαξη του παράγοντα V Leiden. Η συχνότητα της εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης κυμαίνεται στο 0,018%-0,19%. Ο σχηματισμός θρόμβου στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο των κάτω άκρων ή και στις πυελικές φλέβες μπορεί να παραμείνει σιωπηρός και η νόσος να εκδηλωθεί όταν ο θρόμβος διασπασθεί και τμήμα του μεταναστεύσει στους πνεύμονες ως πνευμονικό έμβολο. Εκτεταμένη πνευμονική εμβολή μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο, αν δεν αντιμετωπισθεί άμεσα. Η συχνότητα της πνευμονικής εμβολής στις ανεπτυγμένες χώρες είναι 1/6.000, ενώ μία στις πέντε προσβληθείσες λεχωίδες καταλήγει.

Ενδοφλέβια χορήγηση ηπαρίνης ή ηπαρινών χαμηλού μοριακού βάρους αρχίζει αμέσως μετά την διάγνωση της νόσου. Παράλληλα, χορηγείται αντιβιοτική αγωγή. Το άκρο πρέπει να ακινητοποιηθεί, έως ότου υποχωρήσει το άλγος. Σταδιακή κινητοποίηση ακολουθεί μετά την βελτίωση των συμπτωμάτων. Μετά την οξεία φάση γίνεται αλλαγή της αγωγής από ηπαρίνη σε βαρφαρίνη, η χορήγηση της οποίας συνεχίζεται επί 3μηνο. Ελαστική επίδεση του άκρου με ειδική περικνημίδα είναι απαραίτητη για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ψυχολογικές αλλαγές και ψυχωτικές διαταραχές

Υπολογίζεται ότι 1%-3% των λεχωίδων θα εμφανίσει κάποιου βαθμού κατάθλιψη ή συναισθηματική διαταραχή στην περίοδο της λοχείας.

Τα συμπτώματα εμφανίζονται αιφνιδίως μεταξύ 5ης και 15ης ημέρας της λοχείας. Σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάθλιψη μπορεί να είναι έντονη ή ακόμη να εμφανισθούν και επεισόδια μανιοκαταθλιπτικής ψύχωσης. Στην αρχή η γυναίκα παρουσιάζει σύγχυση, ανησυχία, διαταραχές προσανατολισμού ως προς τον χρόνο και τον τόπο, έλλειψη ενδιαφέροντος για το νεογνό και γρήγορα, εάν δεν αντιμετωπισθεί η κατάσταση, η κλινική εικόνα μπορεί να επιδεινωθεί.

Η έγκαιρη επισήμανση και αξιολόγηση των συμπτωμάτων είναι αναγκαία, ενώ συνιστάται ψυχιατρική υποστήριξη ή και χορήγηση ψυχοτρόπων φαρμάκων για την αποφυγή επικινδύνων καταστάσεων για την μητέρα και το νεογνό. Οι περισσότερες γυναίκες ανταποκρίνονται ικανοποιητικά και σχετικά γρήγορα στην αγωγή. Ορισμένες από αυτές όμως, περίπου το 15%, θα εμφανίσουν διαταραχές και στην επόμενη κύηση, ενώ μία στις τρεις θα εμφανίσει μελλοντικά ψύχωση.

Άλλες επιπλοκές της λοχείας

Περίπου το 10% των λεχωίδων μπορεί να εμφανίσει παροδική ακράτεια ούρων για βραχύ χρονικό διάστημα. Πραγματική ακράτεια παρατηρείται σπανίως και συνήθως συνοδεύεται από κυστεοκολπικό συρίγγιο, που δημιουργείται από νέκρωση των ιστών λόγω πίεσης (ιδίως κατά την παράταση του δευτέρου σταδίου του τοκετού) ή από απευθείας τραυματισμό της κύστης. Η έγχυση χρωστικής στην κύστη και η κυστεοσκόπηση θα επιβεβαιώσουν την διάγνωση. Ο καθετηριασμός της κύστης παραμένει μέχρι να υπάρξει ένδειξη σύγκλεισης του συριγγίου. Σε αποτυχία επιβάλλεται χειρουργική αποκατάσταση.

Κατακράτηση ούρων στην άμεση μετά τον τοκετό περίοδο μπορεί να οδηγήσει σε ακράτεια από υπερχείλιση. Το κύριο αίτιο της κατακράτησης είναι το άλγος στο περίνεο. Αναλγησία, τοπική εφαρμογή πάγου ή ζεστά λουτρά είναι παραδοσιακές μέθοδοι αντιμετώπισης της κατακράτησης ούρων. Αν αυτές αποτύχουν, τότε είναι αναγκαία η εφαρμογή καθετήρα για την κένωση της ουροδόχου κύστης μέχρι να επιτευχθεί υπολειπόμενος όγκος ούρων 50 ml.

Ακράτεια κοπράνων είναι σπάνια και συμβαίνει μετά από ρήξη του σφιγκτήρα του ορθού ή και του εντέρου (ρήξη περινέου 3ου βαθμού). Η σωστή χειρουργική αποκατάσταση των ιστών βοηθά στην αποφυγή της παραπάνω επιπλοκής. Ακράτεια κοπράνων σε μικρό βαθμό μπορεί να παρατηρηθεί και σε τραυματισμό του έξω σφιγκτήρα του ορθού. Ο σχηματισμός ορθοκολπικού συριγγίου είναι συχνός σε ρήξεις 3ου βαθμού. Σπανίως, μπορεί να εμφανισθεί μετά τον τοκετό άλγος στην ηβική σύμφυση και δυσχέρεια βάδισης λόγω διάστασης της ηβικής σύμφυσης, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις τα συμπτώματα αυτά έχουν εμφανισθεί ήδη κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών της κύησης. Αναλγητικά, αντιφλεγμονώδη και ειδική ορθοπεδική υποστήριξη της περιοχής βοηθούν στην υποχώρηση των συμπτωμάτων.

Κλείστε Δωρεάν Online Συμβουλευτική με τον Δρ Θάνο Παράσχο και την ομάδα του
Θα σας απαντήσει ο ίδιος ο κος. Παράσχος
εντός 24 ωρών
CAPTCHA
This question is for testing whether or not you are a human visitor and to prevent automated spam submissions.
cnn mom baby
Dr Paraschos’ Fertility Success Story on CNN